Βρείτε μια συνοπτική βιβλιογραφία για την τέχνη και τα μνημεία της Σιάτιστας εδώ.
Οι πλούσιοι σιατιστινοί του εξωτερικού εκτός από τις αγαθοεργίες τους προς τον τόπο τους, θέλησαν να επιδείξουν τον πλούτο τους χτίζοντας στη Σιάτιστα εντυπωσιακά αρχοντικά. Από τα τέλη του 17ου έως και τον 19ο αι. έμπειροι μαστόροι έχτισαν μεγαλοπρεπείς διώροφες κατοικίες με ψηλό αυλόγυρο που παρείχαν πολλές ανέσεις στους ενοίκους τους, προστατεύοντάς τους παράλληλα από εξωτερικούς κινδύνους και επιδρομές ατάκτων. Τα βασικά υλικά κατασκευής των αρχοντικών, την πέτρα και το ξύλο, τα προμηθεύονταν από τον ίδιο τον τόπο, όμως για την εσωτερική διακόσμησή τους δεν δίσταζαν να κάνουν παραγγελίες από το εξωτερικό, όπως λ.χ. για τα βιτρό.
Γύρω από το κεντρικό κτίσμα ενός αρχοντικού απλώνονταν οι βοηθητικοί χώροι για τις καθημερινές εργασίες και για τη φροντίδα των ζώων, ενώ αργότερα προστέθηκαν σπίτια για τη φιλοξενία των συγγενών, τα λεγόμενα «μουσαφίρικα». Ένα φρεάτιο και ένα πηγάδι κάλυπτε τις βασικές ανάγκες των ενοίκων για νερό.
Τα αρχοντικά διακοσμήθηκαν από μετακινούμενους ζωγράφους των Βαλκανίων, που εμπλουτίζουν τις δημιουργίες τους με σχέδια από χαλκογραφίες της εποχής, παραστάσεις δηλαδή χαραγμένες σε χαλκικνες πλάκες, είτε από τις διηγήσεις των ίδιων των πολυταξιδεμένων σιατιστινών.
Παραστάσεις που απεικονίζουν την Κωνσταντινούπολη, τη Φραγκφούρτη, τη Μαδρίτη, συνδυάζονται αρμονικά με μυθολογικές σκηνές, οθωμανικά διακοσμητικά μοτίβα, παραστάσεις της μεταβυζαντινής τέχνης, του μπαρόκ, του ροκοκό, αλλά και της λαϊκής τέχνης της εποχής.
Για την υλοποίηση του εκπαιδευτικού μας προγράμματος επιλέχθηκαν δύο από τα χαρακτηριστικότερα δείγματα κοσμικής τέχνης της Σιάτιστας. Το πρώτο είναι το Αρχοντικό της Πούλκως ένα από τα λαμπρότερα αρχοντικά του 18ου αιώνα στην ευρύτερη περιοχή της Μακεδονίας και το δεύτερο είναι το αρχοντικό του Αργυριάδη (γνωστό και ως Μαλιόγκα από το όνομα του νεότερου ιδιοκτήτη του) μια οικία που μετασκευάστηκε στα μέσα του 19ου αιώνα σύμφωνα με της ανάγκες και τις προτιμήσεις του λογίου Δημητρίου Αργυριάδη.
Ποιοι ήταν όμως οι καλλιτέχνες και τι γνωρίζουμε γι’ αυτούς; Αυτοί που έχτισαν τα αρχοντικά στη Σιάτιστα και έκαναν τα σχέδια για την εσωτερική τους διακόσμηση, ήταν πιθανότατα τεχνίτες από περιοχές της Μακεδονίας και της Ηπείρου. Σε διάφορες επιγραφές που διατηρούνται μέχρι σήμερα σε κάποια από τα αρχοντικά, διαβάζουμε ότι στην πόλη αυτή εργάστηκαν μάστορες και καλλιτέχνες από την Κόνιτσα και άλλα χωριά της Ηπείρου. Πολλά από τα χωριά που βρίσκονταν στην περιοχή του Γράμμου, των Τζουμέρκων, της Πίνδου και του Βοΐου, είναι γνωστά ως Μαστοροχώρια, επειδή οι κάτοικοί τους ήταν από παλιά οικοδόμοι ή τεχνίτες και όλοι αποκαλούνταν μάστορες. Έφευγαν από τα χωριά τους κάθε χρόνο οργανωμένοι σε ομάδες περίπου των 20 ατόμων. Οι ομάδες αυτές ονομάζονταν συντεχνίες ή σινάφια, και ταξίδευαν για δουλειά από τόπο σε τόπο. Αρχηγός τους ήταν ο πρωτομάστορας, όμως στις ομάδες τους υπήρχαν και άλλες ειδικότητες όπως χτίστες, ζωγράφοι, μαρμαρογλύπτες ή ξυλουργοί. Οι ζωγράφοι με τα σύνεργα τους συμμετείχαν στις συντεχνίες των μαστόρων ή μπορεί να ήταν και πλανόδιοι. Ελάχιστα ονόματα από όσους καλλιτέχνες εργάστηκαν στα αρχοντικά της Σιάτιστας μας είναι γνωστά. Τα περισσότερα από τα έργα τους δηλαδή ανήκουν στην ανώνυμη μεταβυζαντινή και λαϊκή τέχνη. Αυτό οφείλεται στα ήθη και τα έθιμα εκείνης της εποχής, και στο γεγονός ότι η ζωγραφική θεωρούνταν τρόπος έκφρασης μιας συνολικής αισθητικής και όχι της έμπνευσης και της δεξιοτεχνίας ενός μόνο ατόμου.
Ενδιαφέρον έχουν και οι τεχνικές αλλά και τα υλικά που χρησιμοποιούσαν οι καλλιτέχνες στις τοιχογραφίες των αρχοντικών. Η παλέτα των ζωγράφων της εποχής περιλάμβανε χρώματα όπως το κόκκινο, το κίτρινο, την ώχρα, το σκούρο μπλε, το γαλάζιο, το πράσινο και πολλά άλλα, όλα συνδυασμένα προσεκτικά και αρμονικά, για να κάνουν τις τοιχογραφίες ακόμα πιο επιβλητικές. Τα χρώματα τα έφτιαχναν σε πολλές περιπτώσεις οι ίδιοι από διάφορα φυτά, βότανα ή ορυκτά και τα ανακάτευαν με νερό, λάδι ή αυγό, για να απλώνονται ομοιόμορφα και να είναι πιο σταθερά.
Οι τοιχογραφίες γίνονταν με την τεχνική της νωπογραφίας. Ζωγράφιζαν, δηλαδή, κατευθείαν πάνω στο σοβά όσο αυτός ήταν ακόμα νωπός. Αυτή η τεχνική ονομάζεται και fresco. Πρώτα έβαφαν το φόντο και στη συνέχεια ξεκινούσαν να διακοσμούν όλη την επιφάνεια. Στις ξύλινες επιφάνειες η ζωγραφική γινόταν απευθείας επάνω στο ξύλο με ελεύθερο χέρι και σίγουρες, γρήγορες πινελιές, ενώ οι ανάγλυφες διακοσμήσεις στους τοίχους δημιουργούνταν με τη χρήση γύψου.
Την εσωτερική διακόσμηση των αρχοντικών της Σιάτιστας τον 18ο και 19ο αιώνα, συμπληρώνουν γλυπτά σκαλισμένα σε μάρμαρο ή ξύλο, γύψινες κατασκευές, αλλά και φωτιστικοί φεγγίτες, που εμπλουτίζονται με διακοσμητικά μοτίβα και ντύνονται με πολύχρωμα γυαλιά. Όπως συμβαίνει και με άλλες μορφές της λαϊκής τέχνης της Μεταβυζαντινής Περιόδου, έτσι και αυτά τα είδη διακόσμησης υπάρχουν τόσο στην εκκλησιαστική όσο και στην αστική αρχιτεκτονική.
Στη γλυπτική της μεταβυζαντινής περιόδου τα τρισδιάστατα γλυπτά είναι σπάνια και επικρατούν κυρίως τα διακοσμητικά ανάγλυφα. Αυτά στόλιζαν τις βρύσες και τα καμπαναριά στις πόλεις και τα χωριά, διακοσμούσαν τα μνήματα των νεκρών, πλαισίωναν τις πόρτες, τα παράθυρα και τους φεγγίτες σε σπίτια και ναούς, ή τοποθετούνταν στο εσωτερικό τους για να διανθίσουν ακόμα περισσότερο τη διακόσμησή τους.
Στα αρχοντικά της Σιάτιστας τα συναντάμε σε διάφορα σημεία της αυλής και του σπιτιού. Σε βρύσες, κληματαριές, κτητορικές επιγραφές, σε τζάκια, νεροχύτες και αλλού. Τα σχέδια που σκάλιζαν οι λιθοξόοι στο μάρμαρο και τον λίθο, έμοιαζαν με τα σχέδια που υπήρχαν και στα υπόλοιπα λαϊκά δημιουργήματα της εποχής, δηλαδή στα κεντήματα, στις ζωγραφιές και στα ξυλόγλυπτα. Όπως η ζωγραφική, έτσι και τα γλυπτά χαρακτηρίζονται από αυθορμητισμό, απλότητα, αγάπη για τη φύση και αφηγούνται τις δικές τους ιστορίες. Είναι επηρεασμένα από τη βυζαντινή και την ανατολίτικη παράδοση, τις δοξασίες και τις συνήθειες του λαού. Περιλαμβάνουν αμέτρητα σύμβολα όπως σταυρούς, δικέφαλους αετούς, αγίους, ανθρώπινες μορφές, ήλιους, δράκοντες, φίδια και λουλούδια. Σκοπός τους ήταν να προφυλάσσουν τους ανθρώπους από τα πνεύματα και το κακό μάτι, και να διώχνουν τα δαιμόνια μακριά από το σπίτι.
Οι γλύπτες ανήκαν στις ομάδες των μαστόρων που έχτιζαν και διακοσμούσαν τα αρχοντικά και όλοι μαζί ταξίδευαν από μέρος σε μέρος. Ήταν κυρίως τεχνίτες από την Ήπειρο και τη Μακεδονία και ονομάζονταν πελεκάνοι. Το μάρμαρο για τα γλυπτά τους το έπαιρναν από τις γύρω περιοχές ή και από παλαιότερα μνημεία σε δεύτερη χρήση.
Η ξυλογλυπτική είναι μία ακόμη τέχνη που άνθισε εκείνο το διάστημα σε όλη την Ελλάδα. Ξυλόγλυπτα ήταν τα τέμπλα, οι άμβωνες, τα ψαλτήρια και πολλά άλλα αντικείμενα στις εκκλησίες και τα μοναστήρια, οι γκλίτσες και οι φλογέρες που χρησιμοποιούσαν οι βοσκοί στην καθημερινότητά τους, τα καράβια των ναυτικών μαζί με τα διακοσμητικά τους στοιχεία, και φυσικά όλες οι ξύλινες κατασκευές που υπήρχαν στα παραδοσιακά σπίτια και τα αρχοντικά και ήταν δείγματα της οικονομικής και κοινωνικής προόδου των εμπόρων αστών του 18ου και 19ου αιώνα.
Στα αρχοντικά της Σιάτιστας οι ξυλόγλυπτες διακοσμήσεις περιλάμβαναν τις οροφές με τους περίτεχνους ομφαλούς, τα διαχωριστικά του σπιτιού, τις εισόδους και τις πόρτες των δωματίων, τις μουσάντρες, τα ντουλάπια, τα ράφια, τα εικονοστάσια, τις κασέλες (σεντούκια), τα μιντέρια, τους σοφάδες (κτιστοί καναπέδες ή κρεβάτια) και πολλά άλλα.
Τα σχήματα και τα σκαλίσματα στα ξυλόγλυπτα, ειδικά στα ταβάνια και τους νουφαλούς με τα περίπλοκα γεωμετρικά μοτίβα, ήταν επηρεασμένα από την Ανατολή και την Οθωμανική τέχνη. Τα περισσότερα μάλιστα, ήταν ζωγραφισμένα με παραστάσεις ή βαμμένα με έντονα χρώματα. Η κοπή των δέντρων, η προετοιμασία και η επεξεργασία του ξύλου ήταν αρκετά απαιτητικές και χρονοβόρες διαδικασίες που γίνονταν με υπομονή και σκληρή δουλειά. Όταν τα ξύλα ήταν έτοιμα για χρήση, αναλάμβαναν να τα σκαλίσουν εξειδικευμένοι ξυλουργοί που ονομάζονταν ταλιαδώροι και ήταν και αυτοί μέλη στις συντεχνίες των μαστόρων.
Την αρχιτεκτονική διακόσμηση των αρχοντικών συμπλήρωναν οι πολύχρωμοι φωτιστικοί φεγγίτες που τοποθετούνταν σε σειρά στον δεύτερο όροφο ανάμεσα στα κανονικά παράθυρα και τη στέγη. Ήταν ανοίγματα στον τοίχο με ανάγλυφα διάτρητα σχέδια κατασκευασμένα από γύψο μέσα σε γύψινα πλαίσια. Τα έκλειναν με χρωματιστά γυαλιά για να περνάει το φως στο εσωτερικό του σπιτιού, αλλά όχι ο αέρας. Οι φεγγίτες ήταν στολισμένοι με πολλά σχέδια: ήλιους, τρίγωνα, κύκλους και ρόμβους, φυτά, δέντρα και πτηνά. Στις χώρες του εξωτερικού τους ονόμαζαν βιτρό. Η κατασκευή τους ήταν πολύπλοκη και δύσκολη γι’ αυτό και απαιτούσε μεγάλη εμπειρία. Το στυλ των φεγγιτών ήταν επηρεασμένο από το ευρωπαϊκό Μπαρόκ, το οποίο έδινε μεγάλη ελευθερία στη φαντασία και τα σχέδια των καλλιτεχνών. Με τα χρόνια, το εμπλούτισαν και με πολλά άλλα θέματα από τη δική τους τοπική λαϊκή παράδοση.
ΕΦΟΡΕΙΑ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ ΚΟΖΑΝΗΣ
Αρχαιολογικό Μουσείο Αιανής
50150, Αιανή Κοζάνης
efakoz [at] culture.gr