Ήδη από τον 17ο αιώνα οι διάφορες συγκρούσεις με Ευρωπαϊκά κράτη, η πειρατεία στο Αιγαίο και οι αυξανόμενες εξεγέρσεις των χριστιανών, προκαλούσαν πολιτικές εντάσεις μέσα και έξω από την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Οι εντάσεις αυτές, ανάγκασαν την Αυτοκρατορία να ασκήσει σε γενικές γραμμές μια ήπια πολιτική για όσους μη μουσουλάνους κατοικούσαν στην επικράτειά της. Οι Έλληνες χριστιανοί μπορούσαν πλέον να αναλάβουν αξιώματα και υψηλές κρατικές θέσεις, καθώς και να ελέγχουν το εμπόριο της ανατολικής Μεσογείου. Έτσι τον 18ο αιώνα, η μεγάλη εμπορική δραστηριότητα και η αύξηση της παραγωγής προϊόντων, έφεραν στους Έλληνες μεγάλη οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη, η οποία συνέβαλε με τη σειρά της στην πνευματική ανάπτυξη του λαού και στην άνθηση της τέχνης και των γραμμάτων.
Κάτω από αυτές τις συνθήκες όλο και περισσότεροι Έλληνες έμποροι ταξιδεύουν και εγκαθίστανται τον 18ο αιώνα σε μεγάλες ευρωπαϊκές πόλεις, στη Βενετία, τη Βιέννη, τη Μασσαλία, τη Μόσχα, τη Λειψία και αλλού. Ξεκινάει έτσι η εμφάνιση μιας νέας τάξης χριστιανών οθωμανών υπηκόων με εντονη γεωγραφική κινητικόιτητα και χαρακτηρστικά αστικής τάξης. Όταν επιστρέφουν στον τόπο τους, φέρνουν μαζί τους ένα μεγάλο μέρος από τις νέες ιδέες, τον υλικό και πνευματικό πλούτο της ελεύθερης Ευρώπης. Το υψηλό βιοτικό επίπεδό τους, η έντονη κοινωνική ζωή τους αλλά και η καλαισθησία και η αγάπη τους για την τέχνη και τα γράμματα, αντικατοπτρίζονται στις πολυτελείς κατοικίες που χτίζουν με την επιστροφή τους, στην Ήπειρο, στη Μυτιλήνη, στη Θεσσαλία (στα Αμπελάκια και το Πήλιο), καθώς και στα πλούσια αρχοντικά της Μακεδονίας στην Κοζάνη, την Καστοριά, τη Βέροια και τη Σιάτιστα.
Αυτήν ακριβώς την περίοδο αναπτύσσεται το κίνημα του Νεοελληνικού Διαφωτισμού, που στοχεύει στην πνευματική αναγέννηση του λαού, μέσω της μετακένωσης των ιδεών της φωτισμένης Δύσης και έχει ως απώτερο στόχο την ελευθερία του Γένους. Ταυτόχρονα η μεταφορά των ιδεών από τη Δύση συμβάλλει στη αναμόρφωση της ζωγραφικής των υπόδουλων Ελλήνων, που σταδιακά προσανατολίζονται σε νέες φόρμες και θέματα, σε μια προσπάθεια να μετακενώσουν στοιχεία από το ευρωπαϊκό μπαρόκ και το ροκοκό.
Στο χτίσιμο των επιβλητικών αρχοντικών και στην πλούσια εσωτερική τους διακόσμηση συνέβαλαν με την τέχνη τους έμπειροι τεχνίτες και λαϊκοί ζωγράφοι. Έτσι, η διακόσμηση των αρχοντικών κυρίως του 18ου αλλά και του 19ου αιώνα, έγινε η κινητήρια δύναμη της μεταβυζαντινής λαϊκής κοσμικής ζωγραφικής. Εντυπωσιακές τοιχογραφίες, ζωγραφισμένες από αγιογράφους και λαϊκούς ζωγράφους, θα στολίσουν, τους αιώνες αυτούς, τους τοίχους των αρχοντικών στην Ήπειρο, τη Θεσσαλία και τη Μακεδονία. Οι λαϊκοί ζωγράφοι απλώνουν πάνω σε μεγάλες επιφάνειες χρώματα, σχέδια και μοτίβα, αντλώντας πολλά θέματα από ευρωπαϊκές χαλκογραφίες και λιθογραφίες και στη συνέχεια τα εμπλουτίζουν με τη φαντασία, την έμπνευση και τη μαεστρία τους, κάνοντάς τα μοναδικά. Τοπία, παραστάσεις πόλεων (κυρίως της Κωνσταντινούπολης), αλλά και μυθολογικά και ιστορικά θέματα βρίσκουν τη θέση τους στους τοίχους των αρχοντικών.